Στον Δήμο Λυκόβρυσης Πεύκης λειτουργούν τρεις Δημοτικοί Παιδικοί Σταθμοί. Οι δύο βρίσκονται στην δημοτική κοινότητα Πεύκης και ο ένας στην δημοτική κοινότητα Λυκόβρυσης. Τα παιδιά μπορούν να ενταχθούν στους παιδικούς μας σταθμούς από την ηλικία των δυόμισι ετών έως την υποχρεωτική φοίτηση σε νηπιαγωγεία. Σκοπός των Δημοτικών Παιδικών Σταθμών είναι η φροντίδα, η δημιουριγκή γνώση και μάθηση και η κοινωνικοποίηση για την ομαλή ανάπτυξή τους και ένταξη στη μεγαλύτερη σχολική βαθμίδα του νηπιαγωγείου.

Οι Δημοτικοί Παιδικοί Σταθμοί είναι ενταγμένοι στο πρόγραμμα ΕΣΠΑ από το 2011. Αιτήσεις εγγράφων και επανεγγραφών γίνονται από την 1-30 Ιουνίου.

1ος Δημοτικός Παιδικός Σταθμός Δημοτικής Κοινότητας Πεύκης: Δ/νση: Βαλτετσίου και Βάρναλη. Τηλ.: 210 8062833 Fax.: 210 6141313

2ος Δημοτικός Παιδικός Σταθμός Δημοτικής Κοινότητας Πεύκης: Δ/νση: Εθνικής αντιστάσεως και Γρηγορίου Λαμπράκη. Τηλ.: 2 10 8054819 Fax: 210 8029682

Δημοτικός Παιδικός Σταθμός Δημοτικής Κοινότητας Λυκόβρυσης: Δ/νση: Νικόλαου Πλαστήρα και Λευκωσίας. Τηλ.: 210 2815 881 Fax: 210 2815544

Στόχος μας η ομαλή ανάπτυξη και η κοινωνικοποίηση των μικρών του Δήμου μας

Ένα κύριο ερώτημα που αναφέρουν οι γονείς από τη μικρή κιόλας ηλικία των παιδιών τους είναι «γιατί να πάει το παιδί μου στον παιδικό σταθμό;». Ο Παιδικός διαδραματίζει ο σημαντικό ρόλο και κατέχει εξέχουσα θέση στη διαμόρφωση του χαρακτήρα του παιδιού, συμβάλλοντας στη φυσική υγεία, στη σωματική και πνευματική ανάπτυξή του.

Στους Δημοτικούς Παιδικούς μας Σταθμούς με ιδιαίτερη φροντίδα και μέριμνα διασφαλίζουμε με τη συνεργασία ειδικών και με την έμπειρη κατάρτιση και διαρκή μετεκπαίδευση των παιδαγωγών και του βοηθητικού προσωπικού, ένα περιβάλλον ομαλής κοινωνικοποίησης των παιδιών και εκμάθησης με δημιουργικό τρόπο όλων όσων χρειάζεται να γνωρίζουν κατά τα πρώτα χρόνια της ζωής τους.

Η αναγκαιότητα της προσχολικής αγωγής

Μαζί με την οικογενειακή διαπαιδαγώγηση οφείλουμε να φροντίζουμε και την προσχολική αγωγή. Η πρώτη παιδική ηλικία είναι η βάση πάνω στην οποία οικοδομείται η ανθρώπινη κοινωνία. Η διασφάλιση της υγείας, η ανάπτυξη και η διαμόρφωση του χαρακτήρα του παιδιού εξαρτώνται από τον τρόπο με τον οποίο αποκτά τις πρώτες εμπειρίες της ζωής του στην προσχολική ηλικία. Η πρόοδος της ιατρικής επιστήμης και των επιστημών που ασχολούνται με την φροντίδα της υγείας έχουν εστιάσει το ενδιαφέρον τους στη βρεφική και τη νηπιακή ηλικία. Η διαμόρφωση του χαρακτήρα του παιδιού αρχίζει από τη βρεφική ηλικία και όχι από την είσοδό του στο σχολείο, όπως πίστευαν άλλοτε. Συνεπώς, γίνεται αντιληπτή η αναγκαιότητα της προσχολικής φροντίδας και αγωγής στην ανάπτυξη του μικρού παιδιού και στην υποστήριξη της οικογένειάς του.

Με τον όρο προσχολική αγωγή περιγράφεται η γνωσιακή και κοινωνική εκπαίδευση που δίδεται στον άνθρωπο πριν την υποχρεωτική εκπαίδευση, με την φοίτηση του παιδιού στα προσχολικά ιδρύματα. Η ικανοποίηση των βασικών αναγκών του παιδιού είναι καθοριστικός παράγοντας για την αποστολή της προσχολικής αγωγής. Το παιδί της προσχολικής ηλικίας χρειάζεται ποσότητα και ποιότητα εμπειριών για να αναπτύξει τις κάθε μορφής ικανότητες του, να γνωρίσει τον εαυτό του, το κοινωνικό και φυσικό σύνολο που το περιβάλλει και να αναπτύξει δημιουργική σχέση μαζί τους. Για το σκοπό αυτό χρειάζονται και υπάρχουν τα προσχολικά ιδρύματα.

Ο δρόμος που διανύει το παιδί στα πρώτα χρόνια της ζωής του είναι πραγματικά μεγαλειώδης και καθοριστικός για τη διαμόρφωση του χαρακτήρα και της προσωπικότητάς του. Οι παιδικοί σταθμοί αποδεικνύονται σήμερα περισσότερο πολύτιμοι από ποτέ.

Φυσική υγεία και ανάπτυξη του παιδιού

Οι λόγοι που στέλνουν οι γονείς τα παιδιά τους στον παιδικό σταθμό είναι δύο. Κατ’ αρχήν, ο παιδικός σταθμός παρέχει µια βοήθεια και υποστήριξη στους εργαζόμενους γονείς, αλλά πολύ περισσότερο στην εργαζόμενη μητέρα. Ο δεύτερος λόγος που στέλνει µια οικογένεια το παιδί της στον παιδικό σταθμό είναι γιατί το παιδί, µέσω αυτού του θεσμού, μπορεί να λάβει ερεθίσματα, να αποκτήσει εμπειρίες μέσα από ομαδικά παιχνίδια µε άλλα συνομήλικα παιδιά και όλη αυτή η διαδικασία να συμβάλλει στη ανάπτυξη του.

Μιλώντας για την φυσική υγεία και ανάπτυξη του παιδιού, εννοούμε την κινητική ανάπτυξη και δραστηριότητα του παιδιού. Τα παιδιά που περνούν κάποιες ώρες της ημέρας τους στον παιδικό σταθμό, έχουν περισσότερες ευκαιρίες για επιβλεπόμενη άσκηση σε πολύ άνετο χώρο, ασφάλεια και υπηρεσίες υγείας και το σημαντικότερο, αρκετά μεγάλο αριθμό παιδιών για παρέα και παιχνίδι απ’ ότι θα μπορούσαν να έχουν εάν αυτά τα παιδιά παρέμεναν στο σπίτι τους.

Το παιδί από τη ηλικία των 2 ετών περίπου αρχίζει να µην αρκείται στο να παραμένει στο ίδιο μέρος. Έτσι ξεκινάει να περπατάει µόνο του, να κινείται στους χώρους του σπιτιού ή και του παιδικού σταθμού και να ενδιαφέρεται για τα παιχνίδια του. Έχοντας λοιπόν αυτά υπόψην, ο/η παιδαγωγός θα πρέπει να προσέξει ώστε το περπάτημα του νηπίου να γίνει όπως πρέπει, και τα παιχνίδια να είναι τέτοια, που να του ασκούν και την κίνηση και όλες τις αισθήσεις, αφή, ακοή, όραση, όσφρηση, γεύση.

Στην ηλικία των 2 ετών

Το παιδί στην ηλικία των 2 χρόνων έχει την ικανότητα, µε την σωστή καθοδήγηση της παιδαγωγού, μέσα από την απασχόλησή του να αποκτήσει τις αναγκαίες συνήθειες και ικανότητες για την εξυπηρέτηση του εαυτού του, να μεταφέρει για παράδειγμα την καρεκλίτσα του, να πλένει τα χεράκια του, να προσέχει να µην λερώνεται όταν παίζει και όταν τρώει. Σ’ αυτήν την ηλικία μπορούν να αφεθούν και να αποφασίσουν μόνα τους να παίξουν οτιδήποτε θελήσουν και όπως αυτά το θελήσουν, πάντα βέβαια µε την επίβλεψη ενός ενήλικα. Έτσι μπορούμε να εκμεταλλευτούμε όσο γίνεται το παιχνίδι του παιδιού, ώστε να ασκηθεί στο βάδισμα, στην σωστή άρθρωση, να κάνει κάθε κίνηση σταθερά και όπως πρέπει, ώστε να βοηθηθεί και η σωματική του ανάπτυξη.

Στην ηλικία των 3-4 ετών

Στην ηλικία των 3-4 χρόνων η συνεργασία αλλά και η συνεννόηση του παιδιού είναι υποτυπώδης. Γι’ αυτό το λόγο δίνεται στους παιδικούς σταθμούς από τους παιδαγωγούς περισσότερη βαρύτητα στο παιχνίδι είτε αυτό είναι ατομικό είτε είναι ομαδικό και λιγότερη βαρύτητα στην μετάδοση γνώσεων, καθώς τα παιδιά σε αυτό το στάδιο δεν μπορούν να παραμείνουν συγκεντρωμένα για πολύ ώρα στον παιδαγωγό που τους μιλάει και προσπαθεί να μεταφέρει σε αυτά κάποιες γνώσεις.

Είναι περισσότερο χρήσιμο, σ’ αυτό το στάδιο, να είναι ελεύθερο να κατατάσσει μέσα του τις εμπειρίες που αυτό θα αποκτήσει από το παιχνίδι του.

Το αυθόρμητο και αυτοδημιούργητο παιχνίδι θα αποτελέσει τη βάση για την διαπαιδαγώγηση των παιδιών ηλικίας 4-6 ετών. Το παιχνίδι σ’ αυτή την ηλικία είναι το κέντρο του ενδιαφέροντος του παιδιού, η μόνιμή του απασχόληση. Το παιδί ζει για να παίζει, ενεργεί για να παίζει, μέσα από το παιχνίδι του ασκείται και δυναμώνει το σώμα, ασκείται το μυαλό του, εξάπτει και θρέφει την φαντασία του και αρχίζει µε τον καιρό και προετοιμάζεται και αναζητάει την ανάγκη της ομάδας, της συντροφικότητας, της ομαδικής συνεργασίας και του ομαδικού παιχνιδιού.

O παιδικός σταθμός συνιστά ένα χώρο όπου υπό τις κατάλληλες προϋποθέσεις, οργανώνεται έτσι ώστε να παρακινεί και να διευκολύνει την ενεργητικότητα του παιδιού. Εκεί το μικρό παιδί έχει τη δυνατότητα να εκτονωθεί σωματικά, να παίξει. Το παιχνίδι στη νηπιακή ηλικία δεν είναι χάσιμο χρόνου, αλλά η κατεξοχήν δημιουργική απασχόληση που ευνοεί την καλλιέργεια της επιδεξιότητας και της εφευρετικότητας του νηπίου.

Πνευματική ανάπτυξη

Ο παιδικός σταθμός όμως δεν συμβάλλει µόνο στην φυσική υγεία και ανάπτυξη του παιδιού αλλά και στην πνευματική ανάπτυξή του. Συνήθως τα παιδιά που πηγαίνουν σε κάποιο παιδικό σταθμό, έχει παρατηρηθεί μέσα από μελέτες ότι είναι περισσότερο πολυμήχανα, έχουν πλουσιότερο λεξιλόγιο και είναι πιο εκφραστικά όταν μιλούν, ξέρουν περισσότερα για το περιβάλλον και κάνουν περισσότερες ερωτήσεις.

Το παιδί στην ηλικία των 2- 6 ετών αν και φυσιογνωµικά είναι σαν ένας ενήλικας σε μικρογραφία, νοητικά είναι ένα εξελισσόμενο άτομο. Η προσχολική ηλικία είναι η περίοδος κατά την οποία εμφανίζονται οι βασικές δομές της νοητικής λειτουργίας και αναπτύσσεται το μεγαλύτερο μέρος της γενικής νοημοσύνης. Οι περιβαλλοντικές επιδράσεις στο νοητικό και το γλωσσικό τομέα αποκτούν ιδιαίτερη σημασία κατά την παιδική ηλικία, γιατί η ανάπτυξη είναι ταχύτατη και οι αλλαγές δραματικές.

Κατά την περίοδο αυτή το παιδί αρχίζει να χρησιμοποιεί την γλώσσα όχι µόνο ως µέσο επικοινωνίας αλλά και ως µέσο καθοδήγησης των ενεργειών του. Ο παιδικός σταθμός λειτουργεί ως ένα περιβάλλον όπου το παιδί διευρύνει τα ενδιαφέροντα του, επεξεργάζεται γνώσεις και πληροφορίες, ρωτά, μαθαίνει και οδηγείται στη γλωσσική του αφύπνιση.

Το παιδί στον παιδικό σταθμό παρακινείται και μερικές φορές αναγκάζεται από τις συνθήκες προκειμένου να γίνει κατανοητό να μιλά σωστά και καθαρά. Μαθαίνει να χρησιμοποιεί το λόγο όχι μόνο για να εκφράσει την επιθυμία του, αλλά και για να επικοινωνήσει με τα άλλα παιδιά, να πει μια ιστορία, να παίξει. Με τη βοήθεια της νηπιαγωγού και με δραστηριότητες της, όπως η αφήγηση παραμυθιών, η ανάγνωση ιστοριών, οι απαντήσεις σε ερωτήματα, το παιδί γίνεται δέκτης των σωστών γλωσσικών προτύπων και λαμβάνει πλούσια και ποικίλα γλωσσικά ερεθίσματα με τεράστια οφέλη για τη γλωσσική και συνακόλουθα νοητική του ανάπτυξη.

Παράλληλα με τον σπουδαίο και καθοριστικό ρόλο που διαδραματίζει ο παιδικός σταθμός στη φυσική υγεία, στην σωματική και πνευματική ανάπτυξη του παιδιού, στο δεύτερο μέρος του άρθρου θα αναλυθεί η θετική επίδραση του παιδικού σταθμού στην ανάπτυξη της κοινωνικότητας και στην διαμόρφωση της ψυχοσύνθεσης του.

Η κοινωνικοποίηση του παιδιού µέσω του παιδικού σταθμού

Τα παιδιά, μέσα από τον παιδικό σταθμό και την συναναστροφή τους µε παιδιά της ίδιας ηλικίας, αποκτούν οικειότητα μεταξύ τους και μαθαίνουν να είναι περισσότερο κοινωνικά και συνεργάσιμα και λιγότερο φοβισμένα και δειλά στις κοινωνικές τους συναναστροφές. Ακόμα είναι περισσότερο εκφραστικά όταν μιλούν, μαθαίνουν να κάνουν μόνα τους τις δικές τους επιλογές, μαθαίνουν να ντύνονται χωρίς βοήθεια και να πλένονται. Τα παιδιά μαθαίνουν να μοιράζονται, να διεκδικούν, να δημιουργούν φιλίες, να αναπτύσσουν ανταγωνισμούς, να συνεργάζονται μεταξύ τους. Μέσα από αυτές τις διαδικασίες, τα παιδιά ολοκληρώνονται και ωριμάζουν ως προσωπικότητες. Όταν αρχίζουν το σχολείο μπορούν να προσαρμοστούν καλύτερα, είναι πιθανότερο να γίνουν αρχηγοί στην ομάδα. Επιπλέον, τα παιδιά που πηγαίνουν σε παιδικούς σταθμούς φαίνεται να είναι πιο αυτάρκη και ανεξάρτητα, εκφράζονται καλύτερα λεκτικά, έχουν περισσότερες γνώσεις και νιώθουν πιο άνετα σε καινούργιες καταστάσεις.

Το παιδί παίζοντας κοινωνικοποιείται, αναπτύσσει δραστηριότητες, λαμβάνει πρωτοβουλίες που τροφοδοτούν την αυτοπεποίθηση του και δοκιμάζει τις δυνάμεις του και την επιβολή του στους άλλους. Έρχεται σταδιακά αντιμέτωπο με κανόνες τους οποίους πρέπει να σεβαστεί για να παίξει, ακόμα κι αν δεν τους αντιλαμβάνεται ακόμα πλήρως. Μέσα από αυτήν τη διαδικασία σχηματίζεται στο μυαλό του νηπίου το αίσθημα του δικαίου, του τι επιτρέπεται και τι όχι, καθώς και το μέχρι πού πρέπει να φτάνουν τα όρια της δράσης του.

Διαμόρφωση της ψυχοσύνθεσης

Στο επίπεδο της σκέψης το παιδί είναι εγωκεντρικό, με την έννοια ότι δεν μπορεί να συλλάβει ακόμα τη φυσική πραγματικότητα από την οπτική γωνία ενός άλλου προσώπου. Ο εγωκεντρισμός είναι τόσο ισχυρός ώστε το νήπιο είναι αδύνατο να βγει από το Εγώ του και να μεταφερθεί στη θέση των άλλων, να καταλάβει ότι και αυτοί έχουν το εγώ τους και τις δικές τους ανάγκες. Αυτό διαφαίνεται καθαρά στο επίπεδο της γλώσσας, όταν το παιδί αρχίζει να χρησιμοποιεί τις προσωπικές και τις κτητικές αντωνυμίες: «εγώ», «εμένα», «δικό μου». Ο Άλλος δεν υφίσταται ακόμα στη σκέψη του παιδιού, δεν τον αναγνωρίζει.

Τι συμβαίνει, λοιπόν, με την είσοδο του παιδιού στον παιδικό σταθμό; Το παιδί εισδύει σ’ ένα χώρο και σε ένα περιβάλλον ευρύτερο από εκείνο της οικογένειας, μέσα στο οποίο έχει την ευκαιρία να συναναστραφεί με τους ομηλίκους του και άλλα πρόσωπα. Μπορεί να καλλιεργεί μεν την ατομικότητα του, καθώς του παρέχεται η δυνατότητα να διαλέγει ελεύθερα το είδος της ασχολίας του ή να λαμβάνει πρωτοβουλίες, τώρα, όμως, έρχεται σε επαφή και με άλλα παιδιά, με τα οποία έχει σχέση ισότιμη και όχι σχέση δυνατού προς αδυνάτου, όπως συμβαίνει στη σχέση του με τους ενήλικες. Αυτό τι σημαίνει; Σημαίνει ότι το παιδί αρχίζει να αναγνωρίζει ότι υπάρχουν κι άλλα άτομα σαν κι αυτό με εξίσου ίδια δικαιώματα και ευθύνες, άτομα που έχουν κι αυτά δικές τους επιθυμίες και που διεκδικούν κι αυτά ένα δικό τους ξεχωριστό κομμάτι χώρου και ύπαρξης. Έτσι, το παιδί με την παράλληλη τροφοδότηση του με καλούς τρόπους συμπεριφοράς και καλές συνήθειες, μαθαίνει σιγά-σιγά να μοιράζεται, μαθαίνει ότι άλλοτε κερδίζουμε και άλλοτε χάνουμε, παύει να είναι το επίκεντρο του ενδιαφέροντος και προσαρμόζεται βαθμιαία στην ομάδα.

Συμπερασματικά, πρέπει να γίνει ευρέως κατανοητό ότι οι παιδικοί σταθμοί εκτός από το ότι αποτελούν κέντρα προσχολικής αγωγής ουσιαστικά προετοιμάζουν το παιδί για την ίδια τη ζωή και την έξοδο σ’ αυτό που λέμε κοινωνία των ανθρώπων.